τριποδίσκιον

τριποδίσκιον
τὸ, Α [τριποδίσκος]
μικρός τρίποδας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Κρότωπος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Αγήνορα και έγινε βασιλιάς του Άργους μετά τον θάνατο του θείου του, Ιάση. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, μία κόρη του, η Ψαμμάθη, απέκτησε από τον Απόλλωνα έναν γιο, τον Λίνο. Επειδή φοβήθηκε τον πατέρα της …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”